Σπάζοντας την τσιχλόφουσκα

Όταν ακούς τη λέξη τσιχλόφουσκα τι σου έρχεται στο μυαλό; Σε φέρνει μήπως πίσω στα παιδικά σου χρόνια;  Σου θυμίζει μήπως κάποιο παιδάκι, κοριτσάκι με κοτσίδες ίσως, που μασάει την τσίχλα του επιδεικτικά λίγο πριν φουσκώσει μια τεράστια τσιχλόφουσκα, που σπάζοντας θα κάνει θόρυβο και θα του γεμίσει την μύτη και το υπόλοιπο πρόσωπο με ίχνη τσίχλας;  Ή σου θυμίζει τον ασφαλή κόσμο, στον οποίο ζεις, που σαν γκρεμιστεί θα σε αφήσει μετέωρο; 

Η εικόνα με το κοριτσάκι που μασάει την τσίχλα είναι σίγουρα μια θετική εικόνα. Μια εικόνα που μας γεμίζει αισιοδοξία και χαρά γεμάτη νοσταλγία για μια χαμένη παιδική ηλικία, ξεχασμένη κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού, μια ηλικία γεμάτη ξεγνοιασιά. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την δεύτερη εικόνα. Κλείστε για λίγο τα μάτια, για μια στιγμή μόνο και φανταστείτε την. Φανταστείτε κάποιον άνθρωπο μετά τα τριάντα, μετά τα σαράντα ή ίσως μετά τα πενήντα. Φανταστείτε τον μέσα σε μια τεράστια τσιχλόφουσκα. Μια τσιχλόφουσκα που την έχει φτιάξει ο ίδιος και την ονομάζει πραγματικότητα. Είναι η προσωπική του πραγματικότητα. Είναι ο προσωπικός του κόσμος που τον έχει χτίσει σιγά σιγά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και είναι ένας κόσμος μέσα στον οποίο αισθάνεται ασφάλεια.

Τι μπορεί να περιλαμβάνει αυτή η προσωπική του τσιχλόφουσκα; Κάποια ιδεολογία ίσως; Κάποια οικογενειακή κατάσταση που του προσφέρει θαλπωρή; Ένα επάγγελμα που τον κάνει περήφανο;  Μια περιουσία; Ένα εξοχικό σε κάποιο εξωτικό νησί; Εμπειρίες και αναμνήσεις από ταξίδια; Εμπειρίες και αναμνήσεις από έρωτες; Όλα αυτά μαζί; Αυτός ο άνθρωπος έχει φουσκώσει αρκετά την προσωπική του τσιχλόφουσκα και την φουσκώνει όλο και περισσότερο, νομίζοντας ότι μπορεί να την κάνει να χωρέσει ακόμα περισσότερα πράγματα. Νομίζοντας ότι αν την φουσκώσει κι άλλο θα νιώσει ακόμα πιο πλήρης σε μια πιο ευρύχωρη τσιχλόφουσκα.

Μέχρι εδώ καλά. Δεν είναι αξιοζήλευτος ο άνθρωπος αυτός μέσα στην ευρύχωρη τσιχλόφουσκα του; Δεν αισθάνεται ασφάλεια; Δεν τα έχει καλά με τον εαυτό του; Ναι, όλα αυτά ισχύουν όσο υπάρχει η τσιχλόφουσκα. Βρίσκεται σε αρμονία μέσα στον προσωπικό του κόσμο, μέσα στην προσωπική του τσιχλόφουσκα. Μπορεί να έχει φουσκώσει τόσο πολύ η τσιχλόφουσκα που κι ο ίδιος να μην αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν όρια ή να μην αντιλαμβάνεται ακόμα κι ότι βρίσκεται σε μια τσιχλόφουσκα. Αν του φωνάξεις «ε, τι νέα από την τσιχλόφουσκα σου;» δεν θα καταλάβει καν τι εννοείς και θα σου γυρίσει την πλάτη.

Τι θα συμβεί όμως αν αυτή η τσιχλόφουσκα σπάσει; Τι θα συμβεί αν ο κόσμος που είχε χτίσει ο άνθρωπος μας, αρχίζει να γκρεμίζεται; Πώς; Τον απολύουν για παράδειγμα από την θέση εργασίας στην οποία βρισκόταν τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η τράπεζα, του παίρνει το εξοχικό που είχε αγοράσει με δάνειο. Χάνει την πίστη του στην ιδεολογία που τον είχε στηρίξει πνευματικά μια ολόκληρη ζωή. Η γυναίκα του τον παρατάει λέγοντας του «δεν σε αγάπησα ποτέ». Μια τσιχλόφουσκα σπασμένη, ένας προσωπικός κόσμος γκρεμισμένος. Κι ο άνθρωπος μας; Μετέωρος να αναρωτιέται αν αξίζει να συνεχίσει να ζει. Μετέωρος, με το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια του, να σκουπίζει τα ίχνη της σπασμένης τσιχλόφουσκας από την ψυχή του. Πώς θα συνεχίσει; Θα αγοράσει ένα πακέτο τσίχλες και θα προσπαθήσει να χτίσει μια καινούργια τσιχλόφουσκα; Ή θα καταλάβει;

Έχει συμβεί σε όλους μας έτσι δεν είναι; Ρίξε μια ματιά προς τα πίσω στη ζωή σου και μέτρα τις τσιχλόφουσκες που έχουν σπάσει. Δεν είναι πολλές; Και κάθε φορά που ακόμα μία τσιχλόφουσκα έσπαγε, εσύ τι έκανες; Πώς αισθανόσουν; Δεν σου έμενε μια πικρή γεύση στο στόμα; Δε το βίωνες σαν έναν ακόμα μικρό θάνατο;

Έχει συμβεί ιστορικά και στην ανθρωπότητα. Με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πτώση του τότε υπαρκτού σοσιαλισμού. Όταν το 1989 κατέρρεε το τείχος του Βερολίνου και βγαίνανε στην φόρα τα εγκλήματα που είχαν διαπραχτεί στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, κομμουνιστές σε ολόκληρο τον κόσμο αναρωτιούνταν μεταξύ τους: «Μα είναι δυνατόν ο πατερούλης (εννοώντας τον Στάλιν) να έχει κάνει χειρότερα εγκλήματα από τους Ναζί;» Άλλη μια τσιχλόφουσκα είχε σπάσει.

Δεν χωράει αμφιβολίες ότι είναι στη φύση του ανθρώπου. Είναι στη φύση του ανθρώπου να φτιάχνει τσιχλόφουσκες για να αισθανθεί ασφάλεια, για να μειώσει τον ίλιγγο που του προκαλεί η ίδια η ζωή. Μπορούμε όμως να ζήσουμε χωρίς τσιχλόφουσκες; Μπορούμε να τις σπάσουμε συνειδητά; Και τι επίδραση θα είχε αυτό στην ψυχολογία μας; Τι επίδραση θα είχε στην κοινωνία ολόκληρη;

Ας μην μιλήσουμε για την κοινωνία. Σε προσωπικό επίπεδο νομίζω ότι θα μας χάριζε περισσότερη ελευθερία. Σκέψου το. Να ζεις χωρίς ψευδαισθήσεις αποστασιοποιημένος από την τσιχλόφουσκα σου.  Να την βλέπεις εκεί φουσκωμένη αλλά ανά πάσα στιγμή να είσαι σε  θέση να απλώσεις το δάχτυλο σου να την σπάσεις. Να είσαι μέσα της και ταυτόχρονα να μην είσαι. Να ανήκεις και ταυτόχρονα να μην ανήκεις κάπου. Να έχεις και ταυτόχρονα να μην σε νοιάζει αν δεν έχεις. Μια ζωή στο περίπου; Ή μια ζωή δίχως προσκολλήσεις;

Από που όμως θα αντλήσουμε ικανοποίηση χωρίς την τσιχλόφουσκα μας;  Τι θα θρέψει το εγώ μας; Τι θα νοηματοδοτήσει την ύπαρξη μας; Τι θα μας γεμίσει συναισθήματα; Ας είμαστε ρεαλιστές. Η άντληση ικανοποίησης από πράγματα προσωρινά και ρευστά δεν θα είναι παρά μόνο προσωρινή. Αυτό δεν μας έχει διδάξει η ίδια η εμπειρία μας; Γιατί να μπούμε στον κόπο να φουσκώσουμε άλλη μια τσιχλόφουσκα;  «Δεν  ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος.» δεν γράφει ο τάφος του Νίκου Καζαντζάκη; Ίσως αυτή να είναι μια κατάσταση νου απαλλαγμένη από τσιχλόφουσκες. Μια κατάσταση νου με περισσότερη γαλήνη. Περισσότερη γαλήνη και μια περισσότερο συνειδητή στο παρόν ύπαρξη. Μια τέτοια κατάσταση δεν  θυμίζει πραγματική ευτυχία;